καλχηδόνιος

καλχηδόνιος
Κρυπτοκρυσταλλοφυής παραλλαγή του χαλαζία, που εμφανίζεται στη φύση με τη μορφή στιφρών συσσωματωμάτων, από ίνες ή κόκκους χαλαζία. Παρουσιάζει ποικιλία χρωμάτων με βασικό τόνο τον γκρίζο. Έχει κηρώδη και χωρίς λάμψη διαφάνεια. Χρησιμοποιείται ως διακοσμητική πέτρα, συνήθως επεξεργασμένη, μπορεί όμως να χρησιμοποιηθεί και ως λειαντική εξαιτίας της σκληρότητάς της (7). Είναι γνωστές διάφορες ποικιλίες του. Πιο συνηθισμένες είναι ο όνυχας και οι αχάτες (ταινιωτός κ.), το ηλιοτρόπιο (ποικιλόστικτο πράσινο), το χρυσοπράσινο (πράσινο), ο ίασπης και κυρίως ο δυσεύρετος μαύρος λυδίτης. Ο καλχηδόνιος, παραλλαγή του χαλαζία, χρησιμοποιείται επεξεργασμένος ως διακοσμητική πέτρα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Καλχηδόνιος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλχηδονίων — Καλχηδόνιος fem gen pl Καλχηδόνιος masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλχηδόνιον — Καλχηδόνιος masc acc sg Καλχηδόνιος neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλχηδονίης — Καλχηδόνιος fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλχηδονίοις — Καλχηδόνιος masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλχηδονίους — Καλχηδόνιος masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλχηδονίῳ — Καλχηδόνιος masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλχηδόνιοι — Καλχηδόνιος masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλχηδονίας — Καλχηδονίᾱς , Καλχηδόνιος fem acc pl Καλχηδονίᾱς , Καλχηδόνιος fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”